Ρεπορτάζ: Γιώτα Περήφανου
Συντροφιά με τους μελωδικούς ήχους μιας περαστικής λατέρνας… τρυπώνω στο παραδοσιακό «Μαχαιροποιείον – Τροχείον – Σιδηρουργείον» του αείμνηστου Μιχάλη Ροϊνιώτη, στην Τρίπολη.
Σε έναν από τους πιο εμπορικούς και πολυσύχναστους δρόμους της πόλης, στην οδό Ουάσιγκτων 44, το ιστορικό αυτό μαγαζάκι διατηρεί τη ξεχωριστή ταυτότητα του, σε βάθος χρόνου… από το 1840 μέχρι και σήμερα…
Γενιές και γενιές (και συνεχίζουν) έχουν κάνει πέρασμα από εδώ!.. Όλοι θυμούνται τον καλόκαρδο σιδηρουργό με μεγάλη αγάπη. Μάστορα της φωτιάς τον αποκαλούν και κατά καιρούς έχουν αναφερθεί πολλές δημοσιεύσεις και αφιερώματα (σε Ελλάδα και εξωτερικό) για τα χρυσά χεράκια του. Μέχρι την τελευταία στιγμή έδινε σκληρή μάχη για να διατηρήσει ζωντανή την τέχνη που υπεραγαπούσε. Στα 67 του χρόνια ούτε για μια στιγμή δεν εγκατέλειψε τη γωνιά του, το μαγαζάκι του!.. Χτυπούσε με δύναμη το σφυρί πάνω στα μέταλλα. Πειθαρχημένα δούλευε με μέσα περασμένων αιώνων, αφήνοντας τη δική του προσωπική σφραγίδα σε κάθε παραγγελία. Αυτός ήταν ο τριπολιτσιώτης σιδηρουργός Μιχάλης Ροϊνιώτης. Ψηλός, δυνατός άνδρας με παρρησία και ανάστημα. Ο τελευταίος αλώβητος γητευτής της φωτιάς!..
Η καλή δουλειά αναγνωρίζεται!.. «Οι χειροποίητες κατασκευές έχουν άλλη αξία», έλεγε ο Μάστορας
Στο πρώτο μου αντάμωμα με τη σύζυγο του μαστρό – Μιχάλη την κ. Βασιλική, ένιωσα την ανάγκη, να ξανάρθω!… Μόνη της πια (επικουρικά τη βοηθάνε και οι κόρες της) χαμογελαστή και καλοσυνάτη εξυπηρετεί τον κόσμο, έχοντας πάντα στο πλευρό της, όμορφες μνήμες σαν φυλαχτά από τον λατρεμένο της σύζυγο. Μια έγχρωμη φωτογραφία – σκίτσο απέναντι μας… δίνει μια πρώτη εικόνα του. Κρίμα που δεν πρόλαβα να τον γνωρίσω.
Το ραντεβού κανονίστηκε πριν από λίγες μέρες. Σαν να με θεωρεί δικό της άνθρωπο, ανοίγει την καρδιά της και μια τεράστια αγκαλιά ενώ μιλάμε για ιστορίες καμωμένες με σίδερο στο καμίνι και στο αμόνι.
Το μαγαζί του μάστορα της φωτιάς, ίσως ενός από τους τελευταίους τεχνίτες σε αυτό το είδος πανελλαδικά είναι ένα μικρό μουσειακό θαύμα. Αντιστέκεται ακόμη με πείσμα… στο χρόνο και επιβιώνει…
Αγέρωχος, πάλευε με τη φωτιά!.. Ακούραστος συνεχιστής μιας δύσκολης τέχνης!..
«Τέταρτη – πέμπτη γενιά σιδηρουργός, ήταν ο τελευταίος μάστορας σε έναν παραδοσιακό χώρο που μπορεί και να αγγίζει πλέον τα 200 χρόνια ζωής…» εξηγεί χαρακτηριστικά η κ. Βασιλική.
«Είναι από τα παλαιότερα μαγαζιά της Τριπόλεως με πληθώρα αναμνήσεων και εικόνων ανεξίτηλων… Ο σύζυγός μου προσπαθούσε να το διατηρεί παραδοσιακό, δεν ήθελε να αλλάξει τίποτα, ούτε βιτρίνες… Όπως το βρήκε το κράτησε ανέγγιχτο και ιστορικό…».
Ο μάστορας κληρονόμησε από πατέρα και θείους μια βαριά τέχνη. Η εικόνα του με τη μουτζουρωμένη ποδιά παραμένει διαχρονική… Σαν να τον βλέπω να πυρακτώνει τα σίδερα…
«Από παιδί πήρε τις πρώτες βάσεις… Είχε έμπειρους και καλούς δασκάλους. Μαθήτευσε δίπλα τους και εξελίχτηκε. Δεν τον θυμάμαι να ασχολείται με κάτι άλλο πέρα απ’ τα σίδερα του. Τα χέρια του ήταν θαυματουργά!.. Είχε το καμίνι στον πίσω χώρο, τους τροχούς, τα ψαλίδια, το τρυπάνι. Ήταν δραστήριος και καλός τεχνίτης. Ο κόσμος τον είχε αγαπήσει. Έπαιρνε το ατσάλι και το έφτιαχνε όπως επιθυμούσε ο κάθε πελάτης».
Μερακλής σιδεράς, κατασκεύαζε μπαλτάδες, αξίνες, μαχαίρια, δρεπάνια, τσάπες, φτυάρια, κασμάδες, πριόνια, μικρά και μεγάλα τροκάνια για τα ζώα, παλιά οικιακά μαγειρικά σκεύη (μπογάνες), πέταλα για άλογα και άλλα πολλά αντικείμενα από μέταλλο και όχι μόνο… Η φαντασία του κάλπαζε… έξυπνος άνθρωπος και προκομμένος!..
«Ήταν και γανωτής!.. Αδυναμία όμως είχε στα μαυρομάνικα μαχαίρια (γινόντουσαν από το τσέπι – κέρατο της κατσίκας ή του προβάτου). Κάθε κατασκευή τη ζούσε, τη χαιρόταν!..».
Τα απογεύματα της Δευτέρας και της Τετάρτης ο μάστορας ερχόταν στο μαγαζί και ασχολιόταν ώρες ατελείωτες με την κατασκευή των μαυρομάνικων μαχαιριών. Έκαιγε το τσέπι στο καμίνι και με υπομονή προσπαθούσε να το φέρει σε τέτοιο σχήμα ώστε να γίνει πλακέ… Από κει και πέρα… δουλεύοντας μόνο με τα εργαλεία και τα χέρια του… (αρνιόταν να βάλει μηχανήματα μέσα στο μαγαζί) διαμόρφωνε μαγικά τη κάθε λεπτομέρεια μέχρι το τελικό αποτέλεσμα. Η κ. Βασιλική εξηγεί, «όλη αυτή η διαδικασία ήταν χρονοβόρα και επειδή αναδύονταν άσχημες μυρωδιές, ο μαστρό – Μιχάλης ερχόταν στο εργαστήρι του, όταν τα υπόλοιπα μαγαζιά ήταν κλειστά για να μην ενοχλήσει. Για αυτά τα μαυρομάνικα μαχαίρια είχαμε πελάτες απ’ όλη την Ελλάδα για να ψωνίσουν. Όλοι γνώριζαν το μαγαζάκι».
Έξι χρόνια πέρασαν από τότε που το «Μαχαιροποιείον – Τροχείον – Σιδηρουργείον… συνεχίζει το δικό του αγώνα επιβίωσης κόντρα στην εξέλιξη και στη σκληρή βιομηχανοποίηση, χωρίς τα δυνατά χέρια του αξέχαστου σιδηρουργού Ροϊνιώτη.
«Προσπαθώ… αλλά δεν μπορώ να προσφέρω όσα ο σύζυγός μου», λέει η κ. Βασιλική, βοηθούμενη πλέον από έναν παλιό συνεργάτη του μαστρό – Μιχάλη, με τον «οποίο γανώνανε μαζί… Είναι καλός τεχνίτης, τροχίζει καλά, ανάβει και καμίνι. Έχει μάθει πολλά, αν και από τους νεότερους σε αυτό το επάγγελμα».
Η λατέρνα της γειτονιάς…παίζει αδιάκοπα στην είσοδο του μαγαζιού καθ’ όλη τη διάρκεια της συζήτησης μας με την κ. Βασιλική. Φοβερή σύμπτωση ή μήνυμα εξ ουρανού… Είμαι σίγουρη ότι και εκεί ψηλά ο μάστορας της φωτιάς θα φτιάχνει τις πιο όμορφες χειροποίητες κατασκευές. Η τέχνη του δεν θα σβήσει ποτέ!..
Δείτε στιγμιότυπο από την επίσκεψη μας στο παραδοσιακό «Μαχαιροποιείον – Τροχείον – Σιδηρουργείον» του αείμνηστου Μιχάλη Ροϊνιώτη στην Τρίπολη: